Ο Κωνσταντίνος Καβάφης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου τον Απρίλιο του 1863. Ήταν το τελευταίο παιδί του ζεύγους Πέτρου και Χαρίκλειας Καβάφη. Όταν γεννήθηκε ο ποιητής, η οικογένειά του βρισκόταν σε περίοδο οικονομικής και κοινωνικής ακμής. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η ζωή της οικογένειας από οικονομικής απόψεως έγινε πάρα πολύ δύσκολη. Γι’ αυτό η Χαρίκλεια,Καβάφη μετά παιδιά της έφυγε για την Αγγλία. Είχε συγγενείς εκεί από το σόι του άντρα της, οι οποίοι θα βοηθούσαν τα μεγαλύτερα από αυτά να τακτοποιηθούν σε δουλειές. Τα δύο πρώτα χρόνια η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Λίβερπουλ και στη συνέχεια μετακόμισε στο Λονδίνο. Στο σπίτι που έμεναν, εν τοιχίστηκε το 1975 αναμνηστική πλάκα, που αναφέρει, ότι εκεί έζησε ο Κ. Π. Καβάφης.Κατά την παραμονή της οικογένειας Καβάφη στην Αγγλία, ο ποιητής φοίτησε σε αγγλικό σχολείο. Έμαθε πάρα πολύ καλά την αγγλική γλώσσα, στην οποία θα γράψει αργότερα πολλά από τα κείμενά του.Περί τα τέλη του 1877 η μητέρα του επιστρέφει με τους γιους της στην Αλεξάνδρεια, αλλά και πάλι η διαμονή τους εκεί θα είναι σύντομη. Τα χρόνια αυτά, ο Κ. Καβάφης εγγράφεται στο Λύκειο «Ερμής», όπου θα συναντήσει τους μετέπειτα φίλους του: τον Μικέ Ράλλη και τον Στέφανο Σκυλίτση.Από τότε περίπου άρχισε η μεγάλη αγάπη του για τα γράμματα. Διάβαζε συνεχώς. Παράλληλα, άρχισε να συντάσσει ένα ιστορικό λεξικό, το οποίο θα σταματήσει «στη μοιραία λέξη Αλέξανδρος». Το καλοκαίρι του 1882, η Χαρίκλεια Καβάφη υποχρεώνεται, λόγω της εθνικιστικής εξέγερσης του ΟΡΑΜΠΗ να πάρει τα παιδιά της και να καταφύγει στην πατρική της οικογένεια, στην Κωνσταντινούπολη. Το πρώτο κείμενο του Καβάφη που σώζεται στο Αρχείο του, γράφτηκε το 1882. Πρόκειται για ένα ημερολόγιο σε αγγλική γλώσσα με τίτλο: «Κωνσταντινουπολιάς–Ένα έπος», στο οποίο περιγράφονται οι προετοιμασίες για την αναχώρηση της οικογένειας από την Αλεξάνδρεια, το πολεμικό κλίμα των ημερών εκείνων, καθώς και το ταξίδι ως την Κωνσταντινούπολη. Στην Πόλη ο Καβάφης αρχίζει να γράφει στίχους, στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα. Παράλληλα, μετέφραζε ποιήματα. Τον Οκτώβριο του 1885, η μητέρα του ποιητή, μαζί με τα παιδιά της επιστρέφουν στην Αλεξάνδρεια. Με την εξαίρεση κάποιων σποραδικών ταξιδιών στο Παρίσι, στο Λονδίνο και κυρίως στην Αθήνα, ο ποιητής δεν θα εγκαταλείψει ποτέ τη γενέτειρά του, όπου άρχισε να δημιουργεί το έργο του. οι πληροφορίες που υπάρχουν για τη ζωή του Καβάφη στην Αλεξάνδρεια κατά την περίοδο 1885-1892 είναι ασαφείς. Εκείνο τον καιρό φαίνεται να υποαπασχολείται σε διάφορες εργασίες. Ως δημοσιογράφος της εφημερίδας «Τηλέγραφος» έχει κάρτα εισόδου στο Χρηματιστήριο. Το 1886 δημοσιεύει ποιήματα και πεζά.Το 1889 αρχίζει η πιο θλιβερή περίοδος της ζωής του. Η περίοδος αυτή θα σημαδευτεί από μια σειρά θανάτων αγαπημένων του προσώπων. Πεθαίνει ο παιδικός του φίλος Μικές Ράλλης, και ακολουθούν, ο αδελφός τους Πέτρος-Ιωάννης, ο παππούς του Γεωργάκης Φωτιάδης, η μητέρα του, ο αδελφός του Γεώργιος, ο αδελφός του Αριστείδης, ο αδελφός του Αλέξανδρος, ο εξάδελφός του Γ. Ψυλλιάρης, ο αδελφός του Παύλος, και ο πιο αγαπημένος από τους αδελφούς του ο Τζων.Οι θάνατοι αυτοί ήταν επόμενο να σημαδέψουν τη ζωή του.
Άρχισε να εργάζεται ως άμισθος υπάλληλος στην υπηρεσία Αρδεύσεων το 1889, με Άγγλους προϊσταμένους. Το 1892 γίνεται έμμισθος. Στην υπηρεσία αυτή θα εργαστεί για μεγάλο διάστημα. «Τι τον έκανε να μείνει σ’ αυτή την υπηρεσία τόσα χρόνια, όπως σημειώνει ο Στρατής Τσίρκας, δεν το γνωρίζουμε. Ίσως να ήθελε ένα μικρό και σταθερό μισθό από μια δουλειά χωρίς απαιτήσεις, ώστε να του αφήνει χρόνο για την ποίηση».Το 1901 παίρνει τρίμηνη άδεια από την εργασία του και κάνει το πρώτο του ταξίδι στην Αθήνα. Συνοδεύεται από τον αδελφό του Αλέξανδρο. Για το ταξίδι αυτό ο Καβάφης κρατάει ημερολόγιο. Τότε έκανε και τη σημαντικότερη γνωριμία του: γνώρισε τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, ο οποίος, μετά από δύο χρόνια, έγραψε και δημοσίευσε στο περιοδικό «Παναθήναια» ένα πολύ σημαντικό άρθρο, γι’ αυτόν, με τον τίτλο «Ένας ποιητής». Ήταν η πρώτη εγκωμιαστική παρουσίαση της καβαφικής ποίησης στο αθηναϊκό κοινό. Το πρώτο ταξίδι του Καβάφη στην Αθήνα θα ακολουθήσουν κι άλλα. Σ’ ένα απ’ αυτά θα γνωρίσει και τον Πορφύρα.Το σπίτι του στην οδό Λέψιους 10, στην Αλεξάνδρεια, έγινε τόπος προσκυνήματος, όλων των λογίων της εποχής. Από το σαλόνι του, θα περάσουν σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο Άγγλος μυθιστοριογράφος Ε.Μ. Φόρστερ, ο οποίος θα συμβάλει αποφασιστικά στη γνωριμία του αγγλόφωνου κοινού με την ποίηση του Καβάφη, ο φουτουριστής Μαρινέτι, ο Αντρέ Μωρουά, ο Καζαντζάκης, ο Ουράνης, η Κοτοπούλη, η Κυβέλη, ο Λογοθετίδης, η Μυρτιώτισσα, κ.ά. Σ’ αυτό το σπίτι θα ζήσει ως το τέλος της ζωής του. Εκεί θα γράψει το μεγαλύτερο μέρος του έργου του.Η ελληνική κυβέρνηση θα του απονείμει το 1926 το παράσημο του Φοίνικος. Είναι η μοναδική επίσημη διάκριση που έγινε στον ποιητή.
Ο μεγάλος γολγοθάς του άρχισε το 1930, με ενοχλήσεις στον λάρυγγα. Γρήγορα αποδείχθηκε ότι έπασχε από καρκίνο. Με σύσταση των γιατρών του έρχεται στην Αθήνα το 1932, όπου του γίνεται τραχειοτομία. Επικοινωνεί με τους επισκέπτες του με γραπτά σημειώματα. το ενδιαφέρον των λογοτεχνών της εποχής ήταν συγκινητικό και ενθαρρυντικό για τον άρρωστο ποιητή. Στο Νοσοκομείο γνωρίστηκε και με τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, ο οποίος τον επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά.Επιστρέφει στην Αλεξάνδρεια, αλλά η κατάστασή του διαρκώς χειροτερεύει. Το ζεύγος Σεγκοπούλου, που ήταν και κληρονόμοι του, τον μετέφερε στο Ελληνικό Νοσοκομείο της Αλεξάνδρειας, όπου πέθανε στις 29 Απριλίου 1933. Την ημέρα ακριβώς που είχε γεννηθεί πριν από 70 χρόνια.Σημαντική χρονιά για τον ποιητή πρέπει να θεωρηθεί το 1891, όταν εκδίδει σε αυτοτελές μονόφυλλο το ποίημα «Κτίσται», που δημοσιεύθηκε και στο αθηναϊκό περιοδικό «Αττικόν Μουσείον».Από το 1912 ως τον θάνατό του, ο ποιητής θα θέσει σε κυκλοφορία, σε ιδιωτικό πάντα επίπεδο, και με ονομαστικώς καταγραφόμενους κάθε φορά αποδέκτες τις «συλλογές» των μονόφυλλων, οι οποίες παρουσιάζουν ποικιλία περιεχομένων, με προσθαφαιρέσεις ποιημάτων και συχνά ιδιόχειρες διορθώσεις και προσθήκες. Όπως απέδειξε ο Γ. Π. Σαββίδης, κυκλοφόρησαν συνολικά 10 τέτοιες συλλογές. ».Η πρώτη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Κ. Π. Καβάφη, έγινε μετά τον θάνατό του, με επιμέλεια της Ρίκας Σεγκοπούλου και με τη συνεργασία του Γ. Παπουτσάκη (1935).
Στο Τρίτο Συμπόσιο Ποίησης που έγινε στο Πανεπιστήμιο των Πατρών, το 1983, και ήταν αφιερωμένο στον Κ. Π. Καβάφη, έγινε εκτενής αναφορά από τους ομιλητές στο γλωσσικό όργανο του ποιητή., η ανάμειξη στοιχείων της δημοτικής και της καθαρεύουσας, συντελούν στο να μας φαίνεται η γλώσσα του ιδιάζουσα. Η γλώσσα του Καβάφη είναι προϊόν σύνθεσης, και συνειδητής επιλογής. συμπαθούσε τη δημοτική. Το όνομά του μάλιστα κάποτε αναφερόταν μεταξύ των πρωτεργατών και υποστηρικτών του Εκπαιδευτικού Ομίλου. Σήμερα έχουν έρθει στο φως και άλλα στοιχεία που δείχνουν ποια ήταν η γλωσσική ιδεολογία του και οι απόψεις του για το γλωσσικό».
Το 1983, το περιοδικό «Η Λέξη» έκανε ένα μεγάλο αφιέρωμα στο έργο του Κ. Π. Καβάφη. Το ίδιο αφιέρωμα το επανεξέδωσε το περιοδικό το 2003, για να τιμήσει το έτος Καβάφη.Ο Νίκος Εγγονόπουλος στο κείμενό του αναφέρει:«Δε μπορεί να είναι κανείς χριστιανός και να φαντάζεται τον Καβάφη πεθαμένο. Ο Καβάφης μάς βοηθάει να ζήσουμε. Ο Καβάφης δεν ήταν ένας παράξενος άνθρωπος, ξένος προς την Αλεξάνδρεια. Με τα χρήματά του, την ομοφυλοφιλία του, τους τρόπους συμπεριφοράς του, ήταν ένας Αλεξανδρινός. Τη ζωή του ο ποιητής τη ζει αλλά και τη μυθοποιεί, ερμηνεύει διαφορετικά όσα του συμβαίνουν, μεταχειρίζεται ορισμένα στοιχεία της, όπως η ποίηση το θέλει, έτσι που ο βίος να υφαίνεται με το έργο. Σίγουρα ο Καβάφης κάθε μέρα , έπλαθε. Πρόσωπα που κυκλοφορούν σήμερα στους δρόμους της Αλεξάνδρειας και που τα βλέπεις άξαφνα μπροστά σου. .Ο Ευγένιος Αρανίτσης γράφει για τον ποιητή: «Άλλοι διάσημοι άνθρωποι γίνονταν όταν πεθάναν Ο Καβάφης έγινε επιστήμη. Έτσι γεννήθηκαν οι καβαφολόγοι που έχουν μελετήσει κάθε πτυχή της ζωής του, έχουν διαβάσει, αντιγράψει, τυπώσει και σχολιάσει την κάθε λέξη που έγραψε, έχουν φτιάξει μεγάλους τουριστικούς οδηγούς της Αλεξάνδρειας, έχουν δώσει διαλέξεις, έχουν φτιάξει καταλόγους, λεξικά, βιογραφίες, κριτικογραφίες και άλλα Και η ιστορία συνεχίζεται (απ’ ό,τι ξέρω).»Ο Καβάφης τελείωσε την καριέρα του στις 29 Απριλίου του 1933, σ’ ένα μακρόστενο φέρετρο τοποθετημένο στην εκκλησία του Αγίου Σάββα όπου οι καμπάνες χτυπούσαν αραιά και πένθιμα...».Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο μεγάλος αυτός ΑΙΓΥΠΤΙΩΤΗΣποιητής, που σημάδεψε με την παρουσία του και το έργο του, τον 20ό αιώνα, πέρασε θριαμβευτικά στην Ιστορία κι από ’κει στην αιωνιότητα...
ΤΟ ΝΟ ΝΑΜΕ