Ελληνική Επανάσταση του 1821 προκάλεσε ποικίλες αναταράξεις στην Ευρώπη, που αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό και εχθρότητα απελευθερωτικές εξεγέρσεις που διατάραζαν τις γεωπολιτικές ισορροπίες μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Η πολιτική ηγεσία του Αγώνα, ήδη από τα πρώτα στάδιά του, έκρινε απαραίτητη την άρνηση οιουδήποτε απελευθερωτικού σχεδίου που θα προκαλούσε συνειρμούς για «φιλελεύθερη» και «δημοκρατική» ταυτότητα των επαναστατημένων. Στο πλαίσιο αυτό η ύπαρξη πολλών τοπικών σημαιών, οι περισσότερες από τις οποίες έφεραν επαναστατικά σύμβολα, θεωρήθηκε ως αρνητικό στοιχείο. Έπρεπε δηλαδή να αντικατασταθούν τα εμβλήματα αυτά από μια κεντρική σημαία, που θα ήταν απαλλαγμένη από συμβολισμούς αυτού του τύπου και θα τόνιζε τον καθαρά εθνικό και θρησκευτικό χαρακτήρα της Επανάστασης.
Η πρώτη εθνική σημαία καθορίστηκε με την πρώτη Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων, που συνεκλήθη τον Ιανουάριο του 1822 στην Επίδαυρο. Σύμφωνα με το Ρ ΔΙ άρθρο του Προσωρινού Πολιτεύματος, του Συντάγματος δηλαδή που φήφισε η Εθνοσυνέλευση, η σημαία συμβολίζει «την Πάρεδρον του Θεού Σοφίαν, την Ελευθερίαν και την Πατρίδα». Το Εκτελεστικό Σώμα (δηλαδή η κυβέρνηση) αποφάσισε το Μάρτιο του ίδιου έτους, με το Διάταγμα 540, ότι «Των μεν κατά γην δυνάμεων η σημαία σχήματος τετραγώνου θέλει έχει το εμβαδόν κυανούν, το οποίον θέλει διαφείσθαι εις τέσσαρα ίσα τμήματα δι' ενός Σταυρού λευκοχρόου, διασχίζοντος εκείνα τα τμήματα απ' άκρων έως άκρων του εμβαδού». Η σημαία αυτή ορίστηκε να χρησιμοποιείται από τις δυνάμεις ξηράς (Τάγματα Πεζικού και Φρούρια) . Η ιστορία της επιλογής της συγκεκριμένης σημαίας παραμένει συγκεχυμένη. Η κυρίαρχη εκδοχή Η απόφαση της Προσωρινής Διοικήσεως για την ελληνική σημαία. αναφέρει ότι σημαία αυτού του τύπου χρησιμοποιήθηκε κατά την πολιορκία της Τριπολιτσάς, όταν ο Παπαφλέσσας έσκισε το γαλάζιο εσώρρασό του και ο στρατιώτης Κεφάλας έραψε πάνω σε αυτό δυο λευκές ρίγες από τη φουστανέλα του. Η πρωτότυπη αυτή σημαία υψώθηκε στο διοικητήριο της πόλης ύστερα από την κατάληψή της. Παρόμοιες σημαίες όμως είχαν χρησιμοποιηθεί και στην προεπαναστατική περίοδο, όπως π.χ. από τον Σκιαθίτη αρματολό Γιάννη Σταθά το 1800. Τις διαδικασίες για την καθιέρωση της σηµαίας αυτής επιβεβαίωσε και η δεύτερη Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων, που συνεκλήθη στο Άστρος Κυνουρίας το Μάρτιο-Απρίλιο του 1823. Η Εθνοσυνέλευση αποφάσισε την κατάργηση του συµβόλου του φοίνικα και την αντικατάστασή του από «σηµείον χαρακτηριστικόν της Αθηνάς µετά των σuµβόλων της Σοφίας». Επίσης επιβεβαιώθηκαν ως χρώµατα «του εθνικού σηµείου και των σηµαιών της θάλασσας και της ξηράς το κυανούν και το λευκόν». Οι αποφάσεις αuτές όµως δεν είχαν καθολική εφαρµογή στην επαναστατηµένη Ελλάδα, όπως µαρτυρεί και το εδάφιο του Συντάγµατος του 1827, το οποίο καθόριζε «να µη µεταχειρίζονται οι Έλληνες άλλα ς εκτός τούτων των σηµαιών, τόσον εις την γην όσον και εις την θάλασσαν». Οι εξεγερµένοι συνέχιζαν µέχρι τέλους να χρησιµοποιούν τα δικά τοuς εμβλήµατα, γεγονός που αποκαλύπτει και την αδυναµία της κεντρικής διοίκησης να επιβληθεί στις τοπικές ηγεσίες. Η σηµαία που καθιερώθηκε µέσα στην κοσµογονία της Επανάστασης υπήρξε το βασικό πρότυπο για τις περισσότερες ελληνικές σηµαίες του 19ου και του 20ου αιώνα. Μέχρι το 1978 ήταν η εθνική σηµαία και είχε ταυτιστεί στη συλλογική συνείδηση µε όλες τις σηµαντικές στιγµές της νεότερης και σύγχρονης ιστορίας, τόσο τις θετικές όσο και τις αρνητικές.
Η πρώτη εθνική σημαία καθορίστηκε με την πρώτη Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων, που συνεκλήθη τον Ιανουάριο του 1822 στην Επίδαυρο. Σύμφωνα με το Ρ ΔΙ άρθρο του Προσωρινού Πολιτεύματος, του Συντάγματος δηλαδή που φήφισε η Εθνοσυνέλευση, η σημαία συμβολίζει «την Πάρεδρον του Θεού Σοφίαν, την Ελευθερίαν και την Πατρίδα». Το Εκτελεστικό Σώμα (δηλαδή η κυβέρνηση) αποφάσισε το Μάρτιο του ίδιου έτους, με το Διάταγμα 540, ότι «Των μεν κατά γην δυνάμεων η σημαία σχήματος τετραγώνου θέλει έχει το εμβαδόν κυανούν, το οποίον θέλει διαφείσθαι εις τέσσαρα ίσα τμήματα δι' ενός Σταυρού λευκοχρόου, διασχίζοντος εκείνα τα τμήματα απ' άκρων έως άκρων του εμβαδού». Η σημαία αυτή ορίστηκε να χρησιμοποιείται από τις δυνάμεις ξηράς (Τάγματα Πεζικού και Φρούρια) . Η ιστορία της επιλογής της συγκεκριμένης σημαίας παραμένει συγκεχυμένη. Η κυρίαρχη εκδοχή Η απόφαση της Προσωρινής Διοικήσεως για την ελληνική σημαία. αναφέρει ότι σημαία αυτού του τύπου χρησιμοποιήθηκε κατά την πολιορκία της Τριπολιτσάς, όταν ο Παπαφλέσσας έσκισε το γαλάζιο εσώρρασό του και ο στρατιώτης Κεφάλας έραψε πάνω σε αυτό δυο λευκές ρίγες από τη φουστανέλα του. Η πρωτότυπη αυτή σημαία υψώθηκε στο διοικητήριο της πόλης ύστερα από την κατάληψή της. Παρόμοιες σημαίες όμως είχαν χρησιμοποιηθεί και στην προεπαναστατική περίοδο, όπως π.χ. από τον Σκιαθίτη αρματολό Γιάννη Σταθά το 1800. Τις διαδικασίες για την καθιέρωση της σηµαίας αυτής επιβεβαίωσε και η δεύτερη Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων, που συνεκλήθη στο Άστρος Κυνουρίας το Μάρτιο-Απρίλιο του 1823. Η Εθνοσυνέλευση αποφάσισε την κατάργηση του συµβόλου του φοίνικα και την αντικατάστασή του από «σηµείον χαρακτηριστικόν της Αθηνάς µετά των σuµβόλων της Σοφίας». Επίσης επιβεβαιώθηκαν ως χρώµατα «του εθνικού σηµείου και των σηµαιών της θάλασσας και της ξηράς το κυανούν και το λευκόν». Οι αποφάσεις αuτές όµως δεν είχαν καθολική εφαρµογή στην επαναστατηµένη Ελλάδα, όπως µαρτυρεί και το εδάφιο του Συντάγµατος του 1827, το οποίο καθόριζε «να µη µεταχειρίζονται οι Έλληνες άλλα ς εκτός τούτων των σηµαιών, τόσον εις την γην όσον και εις την θάλασσαν». Οι εξεγερµένοι συνέχιζαν µέχρι τέλους να χρησιµοποιούν τα δικά τοuς εμβλήµατα, γεγονός που αποκαλύπτει και την αδυναµία της κεντρικής διοίκησης να επιβληθεί στις τοπικές ηγεσίες. Η σηµαία που καθιερώθηκε µέσα στην κοσµογονία της Επανάστασης υπήρξε το βασικό πρότυπο για τις περισσότερες ελληνικές σηµαίες του 19ου και του 20ου αιώνα. Μέχρι το 1978 ήταν η εθνική σηµαία και είχε ταυτιστεί στη συλλογική συνείδηση µε όλες τις σηµαντικές στιγµές της νεότερης και σύγχρονης ιστορίας, τόσο τις θετικές όσο και τις αρνητικές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου